Χαιρετισμός προς το ΔΑΚ
Περπατώντας στους δρόμους της ελευθερίας συνειδητοποιώ πως το πολυπόθητο αυτό αγαθό, είναι ένα ανεκτίμητο στοιχείο που το κουβαλάς μέσα σου.
Φυλακισμένος δεν είναι ο αιχμάλωτος, αλλά ο καταπιεσμένος άνθρωπος με τα αναρίθμητα ανεκπλήρωτα όνειρα.
Ανακατεύτηκα με τους καταπιεσμένους των πολυσύχναστων δρόμων της Αθήνας, μακριά από τους στενόμακρους διαδρόμους των φυλακών, και τρόμαξα συναντώντας τόσα πολλά καταπιεσμένα μάτια να κρύβονται κάτω από λοξά βλέμματα και να χάνονται αστραπιαία σε βιαστικά βήματα.
Μια τεράστια φυλακή στολισμένη με παντός είδους κάγκελα.
Κάγκελα στα σχολεία για να οριοθετούν την σκέψη των παιδιών. Κάγκελα στα σπίτια για να αισθάνεσαι ασφαλής και προφυλαγμένος από τον “αδίστακτο εχθρό” -που είναι αποτέλεσμα του ίδιου καπιταλισμού- δίνοντας του γιγάντια μορφή μέσα στα Μέσα Μαζικού Εκφοβισμού προσπαθώντας να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη από τον πραγματικό εχθρό της ελευθερίας.
Μια πόλη φυλακή.
Ο εξυπνότερος τρόπος για να χαλιναγωγήσεις μια κοινωνία είναι να δημιουργείς εχθρούς, ανεπιθύμητους εισβολείς και ασύλληπτους τρόμους, έτσι ώστε να σπρώξεις την μάζα για να ορθώσει κάγκελα σε κάθε γωνιά της ελευθερίας. Άνθρωποι δυστυχισμένοι, εγκλωβισμένοι σε μια στείρα πραγματικότητα, αδύναμοι να στραφούν εναντίον των βασανιστών τους, οθώντας έτσι μερικούς να αποκρυνθούν από την μάζα τραβώντας ο καθένας τη δικιά του πορεία.
Αυτή η προσωπική πορεία του καθενός είναι ικανή να αλλάξει την προκαθορισμένη ρότα που ο αφέντης κράτος έχει αποφασίσει να στρέψει μια ολόκληρη κοινωνία προς την πλήρη υποδούλωση.
Την δική μου προσωπική πορεία, την προγραμμάτιζα με ακρίβεια και την σχεδίαζα με κάθε λεπτομέρια όλα τα έγκλειστα χρόνια την αιχμαλωσίας μου. Μια πορεία που στοχεύει στην ολοκληρωτική ελευθερία, χωρίς εμπόδια, χωρίς νόμους και κανονισμούς, χωρίς απαγορεύσεις και φοβέρες. Από τα πρώτα βήματα της απελευθέρωσης ξεκίνησα βήμα βήμα να οδεύω πρός τον προσωπικό μου στόχο και κάθε βήμα με έφερνε όλο και πιο κοντά και τον έβλεπα να λάμπει ολοζώντανος σαν ένα φωτείνο αστέρι μέσα στην άβυσσο της μιζέριας και της ανυπαρξίας.
Μέσα στα σκοτάδια της αβύσσου που μας έχουν πεταμένους είναι αυτονότητο πως θα σε αγγίζουν πολλά χέρια προσπαθώντας να σε κρατήσουν στάσιμο και να σε αποτρέψουν από τους στόχους σου ώστε αποκαρδιομένος να αρχίσεις να τους εγκαταλείπεις έναν έναν. Γι’ αυτό συνηθίζω να λέω πως η ζωή είναι ένας διαρκείς αγώνας.
Μια μάχη με τον χρόνο, με την μοίρα, με το προκαθορισμένο και με τους λάτρες του.
Δεν ήρθα για να μετρήσω τα χρόνια μου και να φύγω.
Δεν γίνεται να εγκλωβίσεις το θάυμα της ζωής μέσα σε τέσσερις τοίχους και να αφήνεις τον χρόνο να σε προσπερνάει περιγελώντας. Η φυλακή εκεί στοχεύει άλλωστε. Να κλειδώσει το ανήσυχο πνεύμα μέσα σε ελάχιστα τετραγωνικά από σίδερο και μπετό και να αφήσει τον χρόνο να το καταπιεί. Εμάς όμως ο χρόνος μας βρήκε απεναντί του, αιώνιους εχθρούς του. Και ασφαλώς λέγοντας “εμάς”, αναφέρομαι στους φίλους και συντρόφους από το Δίκτυο Αγωνιστών Κρατουμένων, αλλά και σε όλα εκείνα τα πρόσωπα που συνάντησα μες τους αποπνικτικούς διαδρόμους και σε υγρά κελιά όπου ο καθένας είτε με την καλοσύνη του είτε με την ευθύτητα του, με την δική του προσωπική αλήθεια, άφησαν ένα ανεξίτηλο σημάδι στην μνήμη μου.
Κάποιοι από αυτούς ζούνε σήμερα ελεύθεροι κάποιοι είναι δραπέτες, και κάποιοι εξακολουθούν να κρατούνται αιχμάλωτοι στα κελιά της δημοκρατίας μα όλοι έχουν ένα κοινό: Δεν εγκατέλειψαν τους στόχους τους, δεν ησύχασαν, δεν εγκλωβίστηκαν στην φρονιμάδα και γι’ αυτό έχουν μια ξεχωριστή θέση στην καρδία μου.
Θέλω όμως να σταθώ στα μέλη τοτ ΔΑΚ που οι κοινοί μας στόχοι μας έφερναν τόσο κοντά που πλέον καμία συγκιρία δεν μπορεί να μας χωρίσει.
Σύντροφοι, κάποιο δρόμοι δεν χωρίζουν ποτέ. Κάποιες συζητήσεις μας έχουν χαρακτεί στην μνήμη μου και ο χρόνος δεν μπορεί να τις διαγράψει.
Συναντηθήκαμε κάτω από καθεστώς εγκλεισμού έχοντας διαφορετικές ποινές, διαφορετικά αδικήματα και πολλές φορές διαφορετική οπτική πραγμάτων, όμως αυτές οι διαφορές μας δεν στάθηκαν ικανές να έρθουνε σε προσωπική ρήξη γιατί ο στόχος ήταν ένας και μοναδικός η συνεχής επίθεση προς το σωφρονισικό σύστημα και κατ’ επέκταση προς το ίδιο το κράτος.
Ο αγώνας δεν τελειώνει ποτέ. Κάθε τέλος σημαίνει μια καινούργια αρχή.
Το κλίμα ενότητας και αλληλεγγύης που έζησα μέσα από το ΔΑΚ ήταν ένας από τους λόγους που η φλόγα μέσα μου δεν έπαψε να καίει.
Στέλνω αγωνιστικούς χαιρετισμούς και περιμένω ανυπόμονα οι φωνές μας να συναντηθούν ξανά συνοδευμένες από την φυσική μας παρουσία αυτή τη φορά.
Το ΔΑΚ δεν είναι πρόσωπα, εϊναι ίδεα και όσο υπάρχουν φυλακές θα υπάρχει και ο πυρήνας των αρνητών και των ασυμβίβαστων να μάχεται για το αυτονόητο
Η πόρτα άνοιξε…
Την πέρασα χωρίς να υπάρχουν εμπόδια. Φεύγοντας αποφυλακίσα την αγάπη μου, το μίσος μου, την οργή μου, την μοναξία μου, τη λύπη μου, τις στιγμές μου και τις μνήμες που με συντρόφευαν όλα αυτά τα χρόνια.
Δεν άφησα τίποτα φυλακισμένο. Άφησα μόνο πάνω στο κρεβάτι ένα μικρό κομμάτι της καρδίας μου γι΄αυτούς που μένουν πίσω.
Και την πρώτη νύχτα μπήκε μες στο κελί ένας άνθρωπος που ‘χε χάσει το πρόσωπο του..Κι ακούμπησε το φανάρι που κρατούσε κάτω στο πάτωμα. Και ο ίσκιος του μεγάλωνε πάνω στον τοίχο. Και ρώτησε “που έχεις κρυμμένα τα όπλα?”. Κι εκείνος, κανείς δεν ξέρει αν από σύμπτωση ή ίσως για να απαντήσει, έβαλε το χέρι πάνω στην καρδία του.[..]Και ξημέρωσε.. Και βράδιασε.. Ημέρες σαράντα.. Κι ήρθαν στιγμές που φοβήθηκε πως θα χάσει το λογικό του. Και τον έσωσε μια μικρή αράχνη στην γωνιά, που την έβλεπε ακούραστη κι υπομονετική να υφαίνει τον ιστό της. Και κάθε μέρα της τον χάλαγαν με τις μπότες τους μπαίνοντας. Και εκείνη ξανάρχιζε κάθε μέρα και της τον χάλαγαν ξανά και τ’άρχιζε ξανά. Εις τους αιώνας των αιώνων.
Καλή λευτεριά σε όλους.
Μέχρι το γκρέμισμα της τελευταίας φυλακής.
Καραντουμάν Ηλίας, 28-6-15 Αθήνα