Ξεκινώντας έναν πρώτον απολογισμό του αγώνα που δόθηκε από τον Νίκο και κατ’ επέκταση από εμάς, θα προσπαθήσουμε να ακουμπήσουμε όλα αυτά τα σημεία που διαμόρφωσαν τις συνθήκες και την πορεία του. Θα πρέπει, καταρχάς, να εστιάσουμε το βλέμμα μας στον κόσμο που έκανε εφικτό αυτόν τον αγώνα, στο κίνημα αλληλεγγύης που με τη δυναμική του αφύπνισε ένα μεγάλο κομμάτι των καταπιεσμένων και έδειξε ότι ο μόνος τρόπος διεκδίκησης και αντίστασης είναι ο πολύμορφος και αδιαμεσολάβητος αγώνας.
Αντιλαμβανόμαστε τη σημασία ανάλυσης και διεύρυνσης ενός πολιτικού διαλόγου γύρω από τις στιγμές αγώνα με στόχο την ουσιαστική απεμπλοκή (στα πλαίσια μιας διαλεκτικής κριτικής) από αγκυλώσεις και αντιθέσεις που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της απεργίας πείνας, τόσο λόγω της ίδιας της φύσης του αιτήματος, όσο και της έκβασης. Αγκυλώσεις που δυστυχώς αφήνουν χώρο σε μια άγονη –και ίσως σε στιγμές κακόβουλη– κριτική να αναπτυχθεί, με αποτέλεσμα να αποπροσανατολίσει το κίνημα αλληλεγγύης από τον αγώνα, οδηγώντας το σε μια εσωστρέφεια και εν τέλει στην αδρανοποίηση της δυναμικής του.
Πρώτα από όλα, λοιπόν, θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε την οπτική μας γύρω από το ζήτημα της έκβασης της απεργίας πείνας, το αν και κατά πόσο, δηλαδή, ήταν ένας νικηφόρος αγώνας ή όχι. Για εμάς ο αναρχικός αγώνας είναι μια διαρκής πορεία προς την κοινωνική επανάσταση και την καταστροφή κράτους και καπιταλισμού. Νίκη, λοιπόν, θα είναι μόνο η στιγμή που θα ξεπεραστεί μια για πάντα αυτό το σύστημα, αφήνοντας τη βαρβαρότητα και την καταπίεση που γεννά, στα βιβλία της ιστορίας. Μια διαδρομή, στην οποία δε θα μπορούσαμε να ορίσουμε αρχή, μέση και τέλος, δεδομένης της ρευστότητας και της χαοτικότητας του εύρους των συμπεριφορών και των αντιφάσεων της ανθρώπινης φύσης.
Συνεπώς, υπό αυτό το πρίσμα και μόνο μπορούμε να αναλύουμε κάθε αγώνα που δίνεται, ως ψηφίδες δηλαδή στο χωροχρονικό συνεχές που συνθέτουν έναν πολυτασικό και διαρκή αγώνα. Ως εκ τούτου, ένα δίπολο ερμηνείας “νίκης ή ήττας”, εξαιτίας της απολυτότητας που εμπεριέχει, είναι τουλάχιστον εγκλωβιστικό και σίγουρα απέχει αρκετά από μια λογική εποικοδομητικής αποτίμησης του αγώνα. Μακριά, λοιπόν, από μια λογική αυτομαστιγώματος, αλλά και στρουθοκαμηλισμού αντίστοιχα, είμαστε σίγουροι πως η απεργία πείνας του Νίκου -όπως και κάθε αγώνας- έχει τόσο θετικά όσο και αρνητικά στοιχεία και άφησε μια παρακαταθήκη που σε κάποια σημεία ήταν πιο “προωθημένη”, ενώ σε κάποια άλλα πιο “οπισθοδρομική”.
Ένα παράδειγμα που συνηγορεί στην παραδοχή ότι ένας αγώνας μπορεί να έχει πολλές ερμηνείες και προεκτάσεις, άλλοτε με θετικό και άλλοτε με αρνητικό πρόσημο, είναι οι τακτικές άδειες, οι οποίες κατοχυρώθηκαν ως δικαίωμα των κρατουμένων μετά από εξεγέρσεις και προφανώς αποτελούν ένα ευνοϊκό μέτρο, και μάλιστα ζωτικής σημασίας για κάθε φυλακισμένο. Από την άλλη πλευρά όμως, αποτέλεσε μια κίνηση του κράτους που βοήθησε με κομβικό τρόπο στην διατήρηση της εύρυθμης λειτουργίας των φυλακών, καθώς αφενός συνέβαλε δραστικά στην “αποσυμπίεση” της γενικευμένης έντασης που εκ φύσεως δημιουργεί/παράγει ο εγκλεισμός και αφετέρου λειτούργησε ως παράγοντας στάθμισης και ευθυγράμμισης των συμπεριφορών των κρατουμένων σύμφωνα με τις εντολές της σωφρονιστικής υπηρεσίας, υπό την απειλή της στέρησης της προβλεπόμενης άδειας. Συνεπώς ασχέτως από την θετική σημασία του, ο θεσμός της τακτικής άδειας βοήθησε σημαντικά στην εισαγωγή και την εδραίωση ενός νέου συστήματος διαχείρισης των φυλακών. Βασισμένο στην επιλεκτική παραχώρηση προνομίων, στο εμπόριο ναρκωτικών και εν τέλει στην συνεργασία μεταξύ κρατουμένων και ανθρωποφυλάκων, υποβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο της ωμής καταστολής και ελαχιστοποιώντας παράλληλα την εμφάνιση εξεγερτικών πρακτικών.
★
Αυτοκριτική αποτίμηση της απεργίας πείνας
Σε αυτό το σημείο, επειδή έχουν τεθεί πολλοί -και κάποιοι εύλογοι- προβληματισμοί για την εξέλιξη της απεργίας, θέλουμε να κάνουμε κι εμείς μια κριτική αποτίμηση καθώς συμμετείχαμε ενεργά στην όλη υπόθεση και θεωρούμε τις ελλείψεις και τα αρνητικά κομμάτι και των δικών μας επιλογών (έστω και έμμεσα).
Σίγουρα, λοιπόν, η παρουσία και οι δηλώσεις του δικηγόρου είναι και για εμάς ένα μελανό σημείο στο πώς εξελίχθηκε η απεργία πείνας και πώς τελικά ένας αδιαμεσολάβητος αγώνας κινδυνεύει να χαθεί μέσα σε ένα κύκλο διαμεσολάβησης, μεταλλάσσοντας εν τέλει τα ίδια τα χαρακτηριστικά του αγώνα.
Για εμάς ένας δικηγόρος δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να έχει το “ελεύθερο” να λέει ό,τι πιστεύει ο ίδιος πως θα βοηθήσει την υπόθεση. Πόσο μάλλον όταν αυτά που δηλώνει στα κανάλια έρχονται σε άμεση σύγκρουση με τις αξίες και τα πιστεύω μας. Δε θεωρούμε πως έχει νόημα να κρυφτούμε πίσω από το δάχτυλό μας αγνοώντας το τί πραγματικά έγινε. Εμείς, λοιπόν, από την πλευρά μας δεν καταφέραμε να επικοινωνήσουμε τους προβληματισμούς μας έγκαιρα και να βάλουμε ένα φρένο σε δηλώσεις που ήταν προσβλητικές, πρώτα από όλα για το Νίκο, αλλά και για εμάς τους ίδιους.
Δεν σκοπεύαμε να αναφερθούμε σχετικά με τις συναντήσεις του πατέρα του Νίκου, όμως μετά από την δημοσίευση κριτικών θέσεων από συλλογικότητες του αναρχικού χώρου οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Προφανέστατα τα ραντεβού με τον Σαμαρά, τον Τσίπρα και τον Ιερώνυμο έρχονται σε σύγκρουση με την αναρχική μας ταυτότητα και φυσικά χρησιμοποιήθηκαν για να απονοηματοδοτήσουν τον αγώνα που δόθηκε. Όμως ο πατέρας του Νίκου, πρώτον δεν είναι αναρχικός και δεύτερον βρέθηκε σε μια άκρως πιεστική συνθήκη και έπραξε όπως πίστευε για να βοηθήσει την κατάσταση. Το να απαγορεύσει ο Νίκος αυτές τις κινήσεις μας φαίνεται άτοπο γιατί πρώτον, ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του ελεύθερη, προσωπική βούληση, κάνει τις επιλογές του και κρίνεται για αυτές· και δεύτερον μια τέτοια προσπάθεια (χωρίς να γνωρίζουμε αν έγινε ή όχι) σημαίνει μια έντονη αντιπαράθεση με τους κοντινούς σου ανθρώπους, μία πολύ μεγάλη επιβάρυνση για μια κατάσταση τόσο δύσκολη και επικίνδυνη όπως μια προχωρημένη απεργία πείνας. Για αυτό και για εμάς η κίνηση του Νίκου να διαχωρίσει τη θέση του ήταν αρκετή.
★
Το ηλεκτρονικό βραχιολάκι
Είναι κοινός τόπος πως το βραχιολάκι, ως σύστημα ηλεκτρονικής επιτήρησης, αποτελεί ένα ακόμα μέσο καταστολής και ελέγχου στο οπλοστάσιο της κυριαρχίας. Είναι κοινός τόπος πως, παρόλο που μέχρι στιγμής, νομικά αποτελεί εναλλακτικό τρόπο έκτισης ποινής κυρίως για χρεοφειλέτες και προσφάτως, όρο για την παραχώρηση εκπαιδευτικής άδειας σε όσους δεν πληρούν τα κριτήρια του δικαστικού συμβουλίου και δε θα έπαιρναν άδεια, στο μέλλον μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες δικαστικές διαδικασίες. Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως δεν έχουν σειρά οι τακτικές άδειες, η αναστολή ή ακόμα και οι περιοριστικοί όροι που αφορούν αδικήματα που δεν επισύρουν προφυλάκιση. Σημαίνει παράλληλα και την όλο και μεγαλύτερη συμμετοχή ιδιωτικών εταιριών στο θεσμό της φυλακής και κατά συνέπεια την όλο και μεγαλύτερη και πιο στυγνή εκμετάλλευση των κρατουμένων στο βωμό του κέρδους.
Κανείς, λοιπόν, δεν αρνείται πως το ότι ο Νίκος πήρε την άδεια με βραχιολάκι είναι χειρότερο από το να την έπαιρνε κανονικά, όπως αρχικά την διεκδίκησε. Έτσι αν κάποιος απομονώσει τα παραπάνω μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συνολική έκβαση της απεργίας είναι αρνητική. Μια τέτοια ανάλυση όμως θα ήταν ρηχή και μονόπλευρη.
Αρχικά, δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι το αίτημα του Νίκου δεν αφορούσε κάτι που δικαιούταν νομικά, το κράτος στην περίπτωση του δεν “παρανομούσε”, καθώς η παραχώρηση ή μη της άδειας ήταν στην διακριτική ευχέρεια του δικαστικού συμβουλίου. Επίσης η διεκδίκηση του έγινε σε καιρό ολοκληρωτικοποίησης και αυταρχικοποίησης του καθεστώτος σε όλο και περισσότερα κοινωνικά πεδία. Ειδικότερα, στο θεσμό της δικαιοσύνης και της φυλακής το νομοσχέδιο για τις φυλακές τύπου Γ, εκτός από την αύξηση του χρόνου κράτησης εισάγει πρωτόγνωρους περιορισμούς στις συνθήκες κράτησης και απαγορεύει τακτικές άδειες και αναστολές. Έτσι η διεκδίκηση μιας εκπαιδευτικής άδειας από κατάδικους και υπόδικους για τρομοκρατία, πριν την απεργία πείνας του Νίκου, φαινόταν, τουλάχιστον σε εμάς, μάταιη αν όχι αστεία. Το ότι ο Νίκος, λοιπόν, την πήρε ακόμα και με βραχιολάκι σημαίνει ότι υπήρξε από τη μεριά του κράτους μια υποχώρηση. Υποχώρηση υπό όρους, όμως πάντα υποχώρηση.
Το έδαφος που το κράτος κέρδισε με την εφαρμογή του βραχιολιού σε ένα ακόμα πεδίο είναι συγκριτικά πολύ μικρότερο, από το έδαφος που έχασε μέσα από την πολιτική αντιπαράθεση με ένα κίνημα αλληλεγγύης, με αιχμή του δόρατος τους αναρχικούς. Το πλήγμα που δέχτηκε η εικόνα παντοδυναμίας που πλασάρει, η ανατάραξη της επίπλαστης κοινωνικής ειρήνης και η απομυθοποίηση της φαινομενικής αδιαλλαξίας του και του δόγματος πυγμής και μηδενικής ανοχής που προωθεί είναι γεγονότα σίγουρα πιο ζημιογόνα. Αυτό φαίνεται και από την αγωνία των ΜΜΕ να κάνουν από την πρώτη στιγμή της λήξης της απεργίας πρόχειρες επικοινωνιακές δηλώσεις περί πρωτοφανούς συνεργασίας των κομμάτων, νίκης του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας και φυσικά διασφάλισης του ύψιστου αγαθού της ανθρώπινης ζωής. Η ουσία είναι ότι η πρωτοβουλία ενός συντρόφου και οι ενέργειες που την πλαισίωσαν εκβίασαν την δημοκρατία τους και αυτή υπέκυψε. Ξεφτίλισαν έναν υπουργό που ένα βράδυ πριν δήλωνε αμετακίνητος, ότι αυτό μόνο μπορεί να κάνει η πολιτεία και οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση θα συνιστούσε κατάλυση του κράτους δικαίου, ενώ το επόμενο πρωί ως δια μαγείας άλλαξε ριζικά την τροπολογία που εισήγαγε, “κορυφώνοντας” μετά τη λήξη της απεργίας με παιδιάστικες δηλώσεις που ανέφεραν ότι οι σπουδές ήταν το ζητούμενο και όχι ο Ρωμανός και ότι πρακτικά η πρόταση που εξ’ αρχής είχε κάνει υιοθετήθηκε, απλώς στην πορεία ξεπεράστηκαν κάποια τεχνικά προβλήματα. Η ουσία είναι ότι ένα καινούργιο μονοπάτι αντίστασης χαράχτηκε· μια καινούργια πρόταση σε όσους καθημερινά καταπιέζονται και παρακολουθούν την εκμετάλλευση των ζωών τους, χωρίς να ξέρουν πως να αντιδράσουν.
★
Είναι λάθος να λέμε ότι ο Νίκος άνοιξε το δρόμο για την εφαρμογή του από τη στιγμή που το σχετικό νομοσχέδιο έχει ψηφιστεί εδώ και μήνες χωρίς να βρει καμία αντίσταση από τον αναρχικό χώρο. Μάλιστα, κατά την γνώμη μας δε θα μπορούσε και να βρει αντίσταση, καθώς η πιλοτική εφαρμογή του αφορούσε την προώθηση ενός καθεστώτος ημιελευθερίας για κρατούμενους καταδικασμένους για “ήπιας μορφής” αδικήματα, συνεπώς αποτελούσε μια ευεργετική διάταξη.
Επίσης, αν δεν θέλουμε να εθελοτυφλούμε καλό είναι να παραδεχτούμε ότι πολλοί από εμάς, αν όχι όλοι, έχουμε από καιρό απενοχοποιήσει τον ηλεκτρονικό έλεγχο στις συνειδήσεις μας αλλά και στις ζωές μας. Ζούμε σε πόλεις γεμάτες κάμερες, φακελωμένοι σε ηλεκτρονικά αρχεία τραπεζών και κρατικών υπηρεσιών, κουβαλάμε μαζί μας τηλέφωνα-κοριούς, εκθέτουμε οικειοθελώς προσωπικές πληροφορίες σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Συμπερασματικά δεχόμαστε όλοι καθημερινά μια μεγάλη ποικιλία από “περιοριστικούς όρους”, Θεωρούμε λοιπόν συνετό να αναζητούμε μια σφαιρική οπτική για μια σχετική πραγματικότητα, έτσι ώστε να μην καταλήγουμε σε συμπεράσματα εντελώς άτοπα.
Το βραχιολάκι δεν αποτελεί από μόνο του κάποια ύψιστη προτεραιότητα, αλλά ένα ακόμα μέσο περιορισμού, ανάμεσα σε πολλά άλλα, στα πλαίσια της επιβολής ενός συνολικότερου δόγματος τάξης, ασφάλειας και ελέγχου. Η ιεράρχηση των μέσων αυτών από την πλευρά της κυριαρχίας είναι διακριτή και γίνεται με βάση το πόσο “σκληρά” ή “ήπια” θεωρούνται. Μέχρι στιγμής η χρήση του αφορά σε κάθε περίπτωση αντικατάσταση της φυλάκισης, της οποίας ο καθολικός έλεγχος είναι εκ των πραγμάτων πολύ πιο ασφυκτικός από τον έλεγχο μια συσκευής γεωεντοπισμού. Θεωρητικά, αποτελεί προς το παρόν μια ευεργετική για τον κρατούμενο διάταξη, και όχι επίθεση σε αναχώματα που έχουν μπει απέναντι σε κρατικούς σχεδιασμούς. Έτσι όταν και αν έρθει η ώρα να αντιμετωπίσουμε την επέκταση αυτού του μέτρου με σκοπό την κατάργηση κεκτημένων αγώνα (όπως η τακτική άδεια, η αναστολή ή η προσθήκη του στους περιοριστικούς όρους) προς μια πιο συντηρητική κατεύθυνση, και όχι την παραχώρηση άδειας υπό όρους σε υπόδικους ή κατάδικους για τρομοκρατία (που ζήτημα είναι το αν θα πάρουν αναστολή), θα ανασυγκροτηθούμε, θα μετρήσουμε τις δυνάμεις μας και θα παλέψουμε. Ίσως με δυσμενέστερους όρους αλλά και με μία παραπάνω πλούσια παρακαταθήκη και εμπειρία αγώνα στην μνήμη μας. Γιατί το μήνυμα που πήρε η εξουσία δεν είναι ότι οι αναρχικοί δέχονται το βραχιολάκι γενικά και αόριστα, αλλά ότι όταν υπάρχει διάθεση, συνέπεια, ενότητα μέσα από ένα κοινό σκοπό, όξυνση και συντονισμός του αγώνα το πολιτικό κόστος μπορεί να υπερβαίνει τους σχεδιασμούς τους, οι ισορροπίες μπορούν να αλλάξουν, ακόμα και να ανατραπούν.
★
Η αποδοχή του βραχιολιού και η κίνηση του Νίκου να το ζητήσει πρώτος σίγουρα εγείρει ένα αξιακό ζήτημα. Όχι μόνο γιατί είναι αναρχικός, αλλά και γιατί τη δεδομένη χρονική στιγμή η επιλογή του, δεν αντιπροσώπευε μόνο τον ίδιο αλλά και το κίνημα αλληλεγγύης που τον στήριζε, με αποτέλεσμα να το εγκλωβίσει σε μία αντιφατική συνθήκη, που από τη μία οφείλει να στηρίξει τον σύντροφο απεργό, αλλά από την άλλη κινδυνεύει να αυτοαναιρεθεί διεκδικώντας μαζί με το αίτημα για ανάσες ελευθερίας, την επιτάχυνση της εφαρμογής ενός κατασταλτικού μέτρου. Ακόμα και αν θεωρήσουμε την επιλογή του Νίκου “μέση λύση”, “συμβιβασμό”, “αξιακή έκπτωση”, “θεμιτό ή αθέμιτο τακτικισμό” ή όπως αλλιώς θέλει να την ονομάσει ο καθένας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συμβάσεις όλοι κάνουμε· κανείς δε ζει “αναρχικά” σε ένα κόσμο καπιταλιστικά πλασμένο. Για παράδειγμα σεβόμαστε και κατανοούμε απόλυτα έναν αναρχικό που “με τη θέληση του” γυρνάει μετά από μία άδεια στη φυλακή ή έναν αναρχικό που υπογράφει περιοριστικούς όρους που μεταξύ άλλων απαγορεύουν τη συμμετοχή σε διαδηλώσεις ή γενικεύοντας έναν αναρχικό που απλά καταναλώνει ή εργάζεται (παρόλο που οι αναρχικές θέσεις όχι μόνο είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με την μισθωτή σκλαβιά αλλά και επιθετικές προς αυτή). Γιατί γνωρίζουμε ότι εύκολα αύριο μπορούμε να βρεθούμε στη θέση του κάνοντας τις επιλογές του. Και τα παραπάνω είναι ένα πραγματικά ελάχιστο δείγμα των υποχωρήσεων μας. Επίσης προφανώς και αποδεχόμαστε τις μικρές και μεγάλες συνθηκολογήσεις που καθημερινά κάνουμε με τον εχθρό όντας αιχμάλωτοι. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο λοιπόν, σεβόμαστε και κατανοούμε την επιλογή του Νίκου να δεχτεί το βραχιολάκι. Ειδικά όταν γνωρίζουμε ότι η πίεση που δέχεται ο απεργός μέρα με τη μέρα αυξάνεται εκθετικά και ότι κομμάτι της στρατηγικής που ακολουθείς σε μία “ζωντανή” διαδικασία, όπως η απεργία πείνας, είναι το να “διαβάζεις” τις διαθέσεις του αντιπάλου σου και σε συνδυασμό με το μέχρι ποιο σημείο είσαι διατεθειμένος να φτάσεις, να αποφασίζεις τα κατάλληλα βήματα ώστε στο τέλος να φέρεις την ζυγαριά προς το μέρος σου.
★
Σίγουρα η διέξοδος που ήθελε ο Νίκος να δώσει βάζοντας το βραχιολάκι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ενέχει τον κίνδυνο της διάβρωσης των αναρχικών μας προταγμάτων και κουβαλάει έναν αρνητικό συμβολισμό. Αναπόφευκτα, μετά από μια περίοδο φαινομενικής αδιαλλαξίας, υπήρξε διαπραγμάτευση και διαμεσολάβηση με και από φορείς εξουσίας. Όμως αυτό δε σημαίνει πως πρέπει να αφήσουμε χώρο στη λάσπη αλλά με σαφή πολιτικό λόγο να ξεδιαλύνουμε τη σύγχυση που μπορεί να προκύψει. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να οδηγηθούμε στην απογοήτευση, την ηττοπάθεια και τον αρνητισμό· στο να βαφτίσουμε τον αγώνα που δώσαμε συνολικά αποτυχημένο, ακυρώνοντας στην πράξη όλα τα θετικά στοιχεία που πήραμε από αυτόν. Γιατί αυτός ακριβώς είναι ο δρόμος για την αδράνεια και την παθητικότητα. Κανείς δε λέει ότι δεν μπορούσαμε καλύτερα. Ούτε ότι η επιλογή του Νίκου ήταν μονόδρομος. Τον τελευταίο μήνα όμως, δεν αντιμετωπίσαμε μία επεκτατική κίνηση με επιθετικά χαρακτηριστικά που τελικά πέτυχε, ώστε να προσπαθήσουμε να την αναχαιτίσουμε παίρνοντας θέση άμυνας. Αντιθέτως πρέπει να παραμείνουμε σε θέση επίθεσης οξύνοντας τις αντιστάσεις μας.
★
Η εξέλιξη του αγώνα αλληλεγγύης ενάντια στο κράτος
Φυσικά, σε εμάς δεν αντιστοιχεί μια άμεση κριτική στις επιλογές και τις κινήσεις που έγιναν στα πλαίσια του κινήματος αλληλεγγύης, κάτι τέτοιο εξάλλου (πρέπει να) είναι αποτέλεσμα ενός ουσιαστικού απολογισμού των ανθρώπων και των συλλογικοτήτων που πλαισίωσαν αυτόν τον αγώνα.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι σε μια περίοδο μηδαμινής κινητικότητας (σε επίπεδο αγώνων), ο αναρχικός χώρος δημιούργησε μια εστία φωτιάς, που σε ένα βαθμό, συσπείρωσε κόσμο με διαφορετικές αφετηρίες και διαφορετικές διαδρομές. Ομολογουμένως, η φύση του αιτήματος «ξύπνησε» τον ανθρωπισμό στο μυαλό του κάθε –κατ’ επίφαση– δημοκράτη, αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν κινητοποιήθηκε αρκετός κόσμος που σε αυτόν τον αγώνα βρήκε ένα κομμάτι από την καθημερινή καταπίεση που βιώνει και μια ευκαιρία να αντισταθεί σε αυτήν.
Παρότι, λοιπόν, εξαρχής υπήρχε ο κίνδυνος αφομοίωσης του κινήματος αλληλεγγύης, αυτό όχι μόνο δεν έγινε, αλλά τις τελευταίες μέρες ο αγώνας πήρε διαστάσεις μετωπικής σύγκρουσης των «από κάτω» με το κράτος και την κυβέρνηση. Κάτι που φυσικά επιχείρησαν να το διαστρεβλώσουν και να το διασπάσουν, στήνοντας καθημερινά σόου στα δελτία ειδήσεων με κάθε λογής («ευαίσθητο» ή φασίζοντα) δημοκράτη να λέει το μακρύ του και το κοντό του, φτιάχνοντας ψυχογραφήματα για το Νίκο, «αναλύοντας» τα παιδικά του χρόνια, απονοηματοδοτώντας τις επιλογές του και προσπαθώντας να εστιάσουν την προσοχή του κόσμου στο «αγαθό» της εκπαίδευσης.
Στρατηγικές κινήσεις από την κυβέρνηση –ως κεντρικός διαχειριστής του κρατικού μηχανισμού– σε μια ύπουλη προσπάθεια διάσπασης του κινήματος αλληλεγγύης επιβάλλοντας τον κυρίαρχο λόγο που ήδη είχε μετατοπίσει το αίτημα του Νίκου από τις «ανάσες ελευθερίας» στο δικαίωμα στην εκπαίδευση.
Φυσικά, ακολούθησαν και πιο δραστικά μέσα στην προσπάθειά τους να κάμψουν το ηθικό του Νίκου αλλά και τη δυναμική της αλληλεγγύης αφήνοντας εντέχνως να πλανάται η απειλή της υποχρεωτικής σίτισης ή ακόμα και της χορήγησης ψυχοφαρμάκων. Με καθοδηγούμενες διαρροές στα ΜΜΕ προχώρησαν σε έναν επικοινωνιακό πόλεμο που στην ουσία απέχει ελάχιστα από την εφαρμογή αυτών των βασανιστικών μεθόδων. Μια τακτική ηθικής και κοινωνικής νομιμοποίησης ενός βασανιστηρίου μέσω της διαρκούς προβολής του. Αλλά και μια ποντιοπιλατική στάση απ τους εισαγγελείς της φυλακής (Βικτωρία Μαρσιώνη, Νικόλαο Ποιμενίδη) που με συνοπτικές διαδικασίες φόρτωσαν την ευθύνη για την κατάσταση του Νίκου στους γιατρούς του νοσοκομείου.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, μιλάμε για ένα «τεστ» στα όρια του Νίκου και παράλληλα στα αντανακλαστικά του κινήματος αλληλεγγύης. Φυσικά, οι αντιδράσεις τόσο των γιατρών που αρνήθηκαν εξαρχής να προχωρήσουν σε υποχρεωτική σίτιση, χαρακτηρίζοντάς την ως βασανιστήριο, όσο και των αλληλέγγυων οδήγησαν την κυβέρνηση σε αλλαγή πλεύσης και επαναπροσδιορισμό της μιντιακής προπαγάνδας.
Έτσι, περάσαμε από το «αγαθό» της εκπαίδευσης στο «αγαθό» της ανθρώπινης ζωής και ευθύς αμέσως τα κυβερνητικά φερέφωνα βγήκαν να δηλώσουν πως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφήσουν (απροσδιόριστο το “ποιοί”) έναν νέο άνθρωπο να πεθάνει. Λες και είχε κάποια σοβαρή ασθένεια, αφήνοντας στη άκρη το γεγονός ότι οι ίδιοι άνθρωποι που δήθεν νοιάζονταν για τη ζωή του Νίκου ήταν αυτοί που τον οδηγούσαν στο θάνατο εφαρμόζοντας ένα δόγμα απόλυτης αυταρχικότητας και μηδενικής ανοχής. Μια κατάσταση που χτίζεται μεθοδικά από την πλευρά της κυβέρνησης και ξεφεύγει από τα πλαίσια της απεργίας πείνας του Νίκου και του αγώνα που δόθηκε.
Το πρωτόγνωρο, όμως, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι το πώς η κυβέρνηση μονιμοποιεί ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης παρακάμπτοντας το σύνολο των θεσμών που αυτοί έχουν ορίσει στα πλαίσια μιας συγκεντρωτικής πολιτικής. Αλλά το πως η ολοκληρωτικοποίηση του καθεστώτος υποδαυλίζεται από το σύνολο των πολιτικών κομμάτων, θυσιάζοντας τη δημοκρατία τους στο βωμό της «ομαλότητας». Μια προσπάθεια εδραίωσης ως μοναδικού τοποτηρητή της «ομαλής» λειτουργίας του κοινωνικού συνόλου σε καιρούς βαθειάς συστημικής κρίσης, του κεφαλαίου.
★
Και φυσικά, από όλο αυτό το σκηνικό δε θα μπορούσε να λείπει ο Σύριζα, για άλλη μια φορά, να προσπαθεί να σπεκουλάρει τον αγώνα του Νίκου. Μια κατάσταση που, παρότι ο ίδιος προσπάθησε εξαρχής να αποφύγει, εκ του αποτελέσματος βλέπουμε ότι είναι μάλλον αδύνατο. Ειδικά όταν μια διεκδίκηση (ή ένα επιχειρούμενο ανάχωμα) που αφορά έναν αγώνα είναι μερική/αιτηματική και η φύση του αιτήματος είναι εύκολα αφομοιώσιμη από τον κυρίαρχο λόγο.
Εξάλλου, ανέκαθεν, οι απεργίες πείνας στόχο έχουν τη δημιουργία τριγμών στο εσωτερικό των εκάστοτε καθεστώτων –δημοκρατικών ή μη. Προφανώς, λοιπόν, ο παράγοντας αποσταθεροποίησης και δημιουργίας αυτών των τριγμών δε θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να είναι ένα οργανικό κομμάτι αυτού του συστήματος, αλλά το κίνημα αλληλεγγύης που συσπειρώνεται γύρω από αυτόν τον αγώνα. Έτσι ο Σύριζα έκανε ακριβώς ότι έκαναν και όλα τα υπόλοιπα κόμματα της Βουλής, έψαχνε τη βαλβίδα αποσυμπίεσης ενώ παράλληλα εκμεταλλευόταν την κατάσταση για τα δικά του μικροπολιτικά συμφέροντα. Κάτι που υπερτονίστηκε και έδειξε τα αποτελέσματά του την ημέρα που ψηφίστηκε το νομοσχέδιο –τροπολογία μέσα στη Βουλή, με τα δελτία των ειδήσεων να προβάλλουν ξεκάθαρα την «υπεροχή» του οργανωμένου κράτους απέναντι στον αγώνα που έδινε ο Νίκος (και κατ’ επέκταση στον κόσμο του αγώνα). Μια «υπεροχή» και μια «ανωτερότητα» που εκφράστηκε ως «νίκη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» και «πρωτοφανής» συνεργασία από το σύνολο των κομμάτων.
★
Αναγνωρίζουμε ότι ο κάθε νόμος υφίσταται αν και εφόσον το κράτος μπορεί να τον επιβάλλει. Όταν, δηλαδή, οι φορείς εξουσίας έχουν τη δύναμη επιβολής και αναλαμβάνουν το ρίσκο της σύγκρουσης (σε όλα τα επίπεδα). Είναι, προφανώς, μια σύγκρουση που ενυπάρχει σε επίπεδο καθημερινότητας –ίσως εν υπνώσει– ανάμεσα στην οικονομική και πολιτική ελίτ από τη μία και στους ταξικά κατώτερους και ευρύτερα στους καταπιεσμένους που εξεγείρονται και αντιμάχονται την κυριαρχία της από την άλλη.
Έτσι, ο μόνος λόγος για να κάνει πίσω ο κρατικός μηχανισμός στην εφαρμογή ενός νόμου ενέχει μια διττότητα. Είτε θα είναι ο φόβος ότι αυτή η “υπόκωφη” σύγκρουση θα πάρει διαστάσεις και μορφή εξέγερσης, κάτι που μπορεί να γίνει ανεξέλεγκτο για τους κρατικούς φορείς. Είτε επειδή το πολιτικό κόστος μιας καταστολής και “φίμωσης” των κοινωνικών αντιδράσεων μπορεί να ισοπεδώσει ηθικά και πολιτικά την εκάστοτε κυβέρνηση.
Για την ακρίβεια, λοιπόν, το δίλημμα για τους κρατιστές, γύρω από έναν αγώνα διεκδίκησης, είναι πάντα καταστολή ή υποχώρηση. Κι αν το αποτέλεσμα ενός δυναμικού αγώνα είναι τελικώς η υποχώρηση, τότε η κυριαρχία θα εκμεταλλευτεί κάθε τακτικό ελιγμό ούτως ώστε η “επίγευση” των εξελίξεων να επιβεβαιώνουν την παντοδυναμία της.
★
Το ζητούμενο, λοιπόν, συνεχίζει να είναι το πώς θα καταφέρουμε να αντιστρέψουμε τους όρους που επιβάλλονται από τα πάνω, πως θα πετύχουμε την περαιτέρω ώθηση του ανταγωνιστικού κινήματος και τη διεύρυνση του αγώνα.
Είδαμε στην προκειμένη περίπτωση με μια πρωτοφανή ταχύτητα (για τα δεδομένα της ενημέρωσης/επικοινωνίας μέσα-έξω) να ξεδιπλώνεται ένα πολύμορφο κίνημα αλληλεγγύης με σαφή αναφορά σε εμπειρίες και βιώματα προγενέστερων αγώνων· κυρίως σε ένα επίπεδο αυθόρμητου συντονισμού. Κάτι που δημιουργήθηκε αντανακλαστικά με καταλήψεις, πορείες, παρεμβάσεις, επιθέσεις και παρότι σε επίπεδο οργάνωσης υπήρξε ένας “ετεροκαθορισμός”, από την ταχύτητα των εξελίξεων κατάφερε, εν τέλει, να αφυπνίσει και να συσπειρώσει ένα μεγάλο κομμάτι του ανταγωνιστικού κινήματος. Άνθρωποι με διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες, διαφορετικές διαδρομές, διαφορετικές επιλογές αγώνα, ενώθηκαν γύρω από ένα κοινό σκοπό, με έναν κοινό λόγο. Και, κατά τη γνώμη μας, αυτός ο κοινός λόγος είναι η ανάγκη να μπει ένα ανάχωμα στην ολοένα αυξανόμενη αυταρχικοποίηση του συστήματος. Η ανάγκη να δούμε όλοι ότι μπορεί να συμβεί, ότι μπορούμε να οδηγήσουμε σε υποχώρηση μια άκαμπτη και ακροδεξιά κυβέρνηση.
Και σε ένα βαθμό το πετύχαμε, μπορεί όχι συνολικά, αλλά σίγουρα τόσο ώστε να δημιουργηθεί μια συνθήκη έντασης και αναταραχής στο κοινωνικοπολιτικό σκηνικό. Πρέπει να κεφαλαιοποιήσουμε την εμπειρία που κερδίσαμε και να ισχυροποιήσουμε τους δεσμούς που δημιουργήσαμε με νέους συντρόφους στη διαδρομή αυτή. Να ορμήξουμε στη μάχη ξανά, πιο δυνατά αυτή την φορά.
Γιατί ο αγώνας συνεχίζεται, η εξέγερση είναι πάντα επίκαιρη.
Δημήτρης Πολίτης
Ανδρέας-Δημήτρης Μπουρζούκος
Γιάννης Μιχαηλίδης