Κείμενο δικτύου αναρχικών κρατουμένων σε αλληλεγγύη στους αγωνιστές από την Τουρκία

Τον Οκτώβριο του 2011, σε μία έκρηξη σε διαμέρισμα στην Τριανδρία Θεσσαλονίκης, σκοτώθηκε ο αντάρτης του DHKP-C, Mehmet Başbağ. Ήταν η θρυαλλίδα που πυροδότησε μία σειρά συλλήψεων, προσαγωγών και ερευνών από πλευράς ελληνικών αρχών, σε σπίτια, γραφεία και εργασιακούς χώρους όπου διέμεναν και δραστηριοποιούνταν πολιτικά αγωνιστές από την Τουρκία.

Η σύλληψη των ανταρτών του DHKP-C σε ταχύπλοο με οπλισμό, ανοιχτά της Χίου, η εισβολή σε σπίτι στον Γκύζη και η απαγωγή του Bulut Yayla από το κέντρο της Αθήνας με συμβατικό αυτοκίνητο της ΕΛ.ΑΣ. ήταν οι κύριες, μέχρι τώρα, συλλήψεις επαναστατών από την Τουρκία σε ελληνικό έδαφος.

Σήμερα, κρατούνται στις ελληνικές φυλακές δέκα μαχητές του DHKP-C. Κατά τη διάρκεια της κράτησης τους έχουν δεχτεί επανειλημμένα επιθέσεις και με τη βία έρευνες από τους ανθρωποφύλακες καθώς, για λόγους αρχής, αρνούνται να υποστούν σωματικό έλεγχο κατά τις μεταγωγές τους από φυλακή σε φυλακή. Τελευταία επεισόδια στις συνεχείς επιθέσεις που δέχονται ήταν ο ξυλοδαρμός του Bilgehan Karpat στις φυλακές Ναυπλίου εξαιτίας της άρνησης του να δεχτεί σωματικό έλεγχο και η επίθεση που δέχτηκαν από δεσμοφύλακες οι Erdoğan Çakır, Mehmet Yayla, Hasan Biber, Ahmet Düzgün Yüksel και Cengiz Bayır στις φυλακές Λάρισας. Απέναντι στις θρασύδειλες επιθέσεις των ανθρωποφυλάκων οι μαχητές του DHKP-C απαντούν με απεργία πείνας στις 3 και 4 Απριλίου.

Η τυχαία έκρηξη στην Τριανδρία ήταν απλά η αφορμή για να επισφραγιστεί και εμπράκτως η συνεργασία τουρκικού και ελληνικού κράτους πλέον και στο θέμα της ασφάλειας και πιο συγκεκριμένα, στην αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας».

Παραδοσιακά, το ελληνικό κράτος εφάρμοζε το διεθνή στρατιωτικό κανόνα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος», ακολουθώντας μία στάση που κυμαινόταν μεταξύ της παθητικής ανοχής και της ενεργητικής στήριξης όσον αφορά την αντιμετώπιση αγωνιστών ενόπλων οργανώσεων από την Τουρκία που κατέφευγαν στην ελληνική επικράτεια ζητώντας πολιτικό άσυλο.

Η επικοινωνία μεταξύ στελεχών της Κ.Υ.Π. και της Δ.Α.Ε.Ε.Β. με μέλη ή πυρήνες ενόπλων οργανώσεων που στρέφονταν ενάντια στις δομές του τουρκικού κράτους, δεν ήταν απλά πρωτοβουλία κάποιων ανεξέλεγκτων θυλάκων που δρούσαν στις συγκεκριμένες υπηρεσίες, αλλά στρατηγική επιλογή του ελληνικού κράτους.

Μοναδική εξαίρεση σε αυτή την επιλογή, όπου μάλιστα δεν τηρήθηκαν ούτε τα προσχήματα των διεθνών κανονισμών που ακολουθούνται σε αντίστοιχες περιπτώσεις, ήταν η περίπτωση του Οτσαλάν.

Τότε η Ελλάδα, παρέκλινε από τη γραμμή που ακολουθούσε για δύο λόγους. Αφενός , το ειδικό βάρος που έφερε η συγκεκριμένη υπόθεση ενέτεινε τις διεθνείς πιέσεις προς την Ελλάδα ώστε να παραδώσει τον Οτσαλάν και αφετέρου, είχαν ήδη διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις που θα επέτρεπαν την οικονομική επέκταση του ελληνικού κράτους προς ανατολάς και ως εκ τούτου, μία εμπλοκή στο χειρισμό της υπόθεσης θα μπορούσε να ανατρέψει ή να καθυστερήσει το σχεδιασμό αυτό.

Ας μην ξεχνάμε πως το τέλος της δεκαετίας του 1990, αλλά και ολόκληρη η δεκαετία που ακολούθησε αποτέλεσε τη χρυσή εποχή του ελληνικού καπιταλισμού. Η καθιέρωση του ευρώ προσέφερε στην Ελλάδα το πλεονέκτημα ενός ισχυρού νομίσματος. Ελληνικές επιχειρήσεις κάθε είδους, από τραπεζικούς ομίλους μέχρι αλυσίδες σούπερ μάρκετ και τουριστικές επιχειρήσεις μεταξύ άλλων, άρχισαν την οικονομική επέλαση τους προς το τις βαλκανικές χώρες και την Τουρκία. Η εξαγορά της πλειοψηφίας των μετοχών της τουρκικής Finansbank από την Εθνική Τράπεζα το 2006 θεωρήθηκε η μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού καπιταλισμού εκείνη την περίοδο.

Το ίδιο διάστημα, η Τουρκία βρισκόταν σε εξίσου κρίσιμη οικονομική καμπή. Τα τουρκικά κεφάλαια, έχοντας μόλις βγει αναζωογονημένα από τη «θεραπεία» του Δ.Ν.Τ., διψούσαν για νέες αγορές. Πέρα από την επέκταση τους προς τα γειτονικά κράτη της Μέσης Ανατολής επιτεύχθηκαν πολλές διμερείς συμφωνίες με την Ελλάδα. Η αύξηση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων και αλιευμάτων προς την Ελλάδα, οι συμφωνίες τουριστικών γραφείων για μεταφορά τουριστών από Ελλάδα προς τα τουρκικά παράλια, αλλά και αντίστροφα, από τουρκικές πόλεις σε ελληνικά νησιά, η πρόσφατη συμφωνία της τουρκικής δημόσιας εταιρίας ηλεκτρισμού με τη Βόρεια Κύπρο για μεταφορά ρεύματος με την προοπτική μέρος αυτού να πωλείται στη Νότια Κύπρο, είναι ορισμένες από τις διμερείς συμφωνίες που έχουν υπογραφεί από το 2000 και έπειτα. Οι οικονομικοί λόγοι ήταν αυτοί που υπαγόρευσαν και την πολιτική προσέγγιση.

Το 2003 τις εκλογές στην Τουρκία κέρδισε ο Ερντογάν, ο οποίος παρουσιαζόταν ως «μετριοπαθής», τόσο από τα τουρκικά όσο και από τα διεθνή μέσα. Από τότε εντατικοποιήθηκε άλλωστε και η προσπάθεια προσέγγισης της Τουρκίας με την Ε.Ε.

Εκείνη η δεκαετία έφερε μία σειρά αλλαγών στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ο ρόλος του πανίσχυρου ως τότε τουρκικού στρατού συρρικνώθηκε μέχρι του σημείου να φυλακιστεί ο τότε αρχηγός του ΓΕΕΘΑ. Επίσης, ενδυναμώθηκε σε πρώτη φάση, η φαινομενική πολυφωνία των Μ.Μ.Ε. που ταιριάζει στις αστικές δημοκρατίες δυτικού τύπου. Η πρωτογενής παραγωγή, που παραδοσιακά είχε αρκετή αυτονομία στην Τουρκία, κεντρικοποιήθηκε και αρκετές πολυεθνικές, κυρίως αυτοβιομηχανίες και υψηλής τεχνολογίας, μετέφεραν εργοστάσια στην Τουρκία.

Αυτή την στιγμή, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι τα πιο ισχυρά κράτη στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου αν εξαιρέσουμε το Ισραήλ. Παρόλα αυτά, είναι και τα δύο ιδιαίτερα ασταθή τη συγκεκριμένη περίοδο. Οι εξεγέρσεις του Δεκέμβρη το 2008 στην Ελλάδα και το καλοκαίρι του 2013 στην Τουρκία, οι συχνές απεργίες, διαδηλώσεις και συγκρούσεις αλλά και η αύξηση του αριθμού των ένοπλων επιθέσεων σε κρατικούς και καπιταλιστικούς στόχους, είναι σαφείς εικόνες της αυξανόμενης διάρρηξης της κοινωνικής συναίνεσης και στις δύο χώρες.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι αντάρτικοι σχηματισμοί, που δρουν σε αυτές τις δύο χώρες, είναι οι μοναδικοί στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου που είναι απαλλαγμένοι από θρησκευτικές δοξασίες και θέτουν ξεκάθαρους αντικαπιταλιστικούς επαναστατικούς στόχους.

Εξαιτίας της τεράστιας κατασταλτικής πίεσης στην Τουρκία πολλοί αγωνιστές διαφόρων επαναστατικών οργανώσεων έχουν διαφύγει σε αραβικές ή ευρωπαϊκές χώρες, όπως στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Ελλάδα, ζητώντας πολιτικό άσυλο. Στο ζήτημα αυτό, η πολιτική της Ελλάδας άλλαξε ακολουθώντας την πορεία της οικονομικής και πολιτικής προσέγγισης.

Η χορήγηση πολιτικού ασύλου από την Ελλάδα σε καταζητούμενους στην Τουρκία αγωνιστές σταμάτησε και τα ελληνικά δικαστήρια αποφασίζουν την έκδοση τους στο τουρκικό κράτος, γνωρίζοντας πως τούτο μπορεί να σημάνει την καταδίκη τους σε θάνατο. Στην Τουρκία η θανατική ποινή δεν εφαρμόζεται επίσημα, όμως πολλοί επαναστάτες και αγωνιστές κρατούμενοι, παρά την αυστηρή απομόνωση στην οποία βρίσκονται, δολοφονούνται από φασίστες, πράκτορες της ΜΙΤ ή ανθρωποφύλακες μέσα στις φυλακές.

Οι συνθήκες κράτησής τους είναι εξοντωτικές. Το τουρκικό κράτος, ακολουθώντας το γερμανικό μοντέλο σωφρονιστικής καταστολής της δεκαετίας του 1970, καθιέρωσε στις αρχές του 2000 τα κελιά τύπου F. Οι κρατούμενοι εκεί, στη συντριπτική τους πλειοψηφία μέλη του ΡΚΚ και του DHKP-C, διαμένουν ανά δύο ή τρεις, κλειδωμένοι είκοσι τρεις ώρες το εικοσιτετράωρο στο κελί, με περιορισμό ως και απαγόρευση επισκεπτηρίων και λογοκρισία στην αλληλογραφία και τα τηλεφωνήματα.

Οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την απομόνωση των πολιτικών κρατούμενων, αλλά και όσων κρίνονται ως επικίνδυνοι, εμπνέονται και από τα κελιά τύπου F.

Απέναντι σε αυτές τις συνθήκες, οι επαναστάτες στις τουρκικές φυλακές εφαρμόζουν μία σειρά από πράξεις αντίστασης. Οι 122 νεκροί απεργοί πείνας και οι περίπου 600 απεργοί με αναπηρίες ή μόνιμες βλάβες από το 2000 ως σήμερα, δείχνουν ξεκάθαρα την ένταση της καταστολής που υφίστανται οι μαχητές των ενόπλων οργανώσεων στην Τουρκία, αλλά και την αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν να συγκρούονται με τον τουρκικό αστυνομο-δικαστικό ολοκληρωτισμό.

Την ίδια αποφασιστικότητα έδειξαν τα μέλη του DHKP-C και στην απεργία πείνας που είχαν ξεκινήσει ώστε να αποτρέψουν την έκδοσή τους στην Τουρκία παρά τις πρωτόδικες αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων.

Σε αυτή τους την κίνηση γνωριστήκαμε και, πατώντας στο κοινό έδαφος της επαναστατικής αλληλεγγύης, επικοινωνήσαμε για διάφορα θέματα, αντιληφθήκαμε τις συμφωνίες και τις διαφορές μας.

Αναγνωρίζουμε τους κοινούς μας εχθρούς, το καταστροφικό καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης, την καταπίεση και τον εθνικισμό που ανθεί και στις δύο ακτές του Αιγαίου.

Αναγνωρίζουμε τις κοινές μας αξίες, την αλληλεγγύη, την αντίσταση στην κρατική καταστολή και την καπιταλιστική εκμετάλλευση, τη μαχητικότητα.

Αναγνωρίζουμε επίσης και τις διαφορές μας, εξίσου ουσιώδεις με τους κοινούς μας τόπους. Ως αναρχικοί, θεωρούμε ότι το λενινιστικό πρόταγμα, όντας κρατιστικό, με εξουσιαστικές σχέσεις στο εσωτερικό του αγώνα, αναπαράγει αναπόφευκτα την καταπίεση και την εκμετάλλευση του καπιταλιστικού κόσμου. Αυτή η ανάλυση της ιστορίας δεν είναι μόνο επαναστατική θεωρία ή ιδεολογία, αλλά γεννά προτάγματα και πολιτικές επιλογές. Η αναγνώριση ολόκληρων κρατών, όπως της Συρίας και του Ιράν, ως αντι-ιμπεριαλιστικών, η εξουσιαστική ιεραρχική οργάνωση, το πρόταγμα ενός μελλοντικού «επαναστατικού» κράτους είναι αναφορές εκ διαμέτρου αντίθετες με την αναρχική – αντιεξουσιαστική μας αντίληψη.

Κάθε κράτος είναι ιμπεριαλιστικό, καθώς η επέκταση είναι στη φύση κάθε εξουσιαστικής δομής.

Παρά τις διαφορές μας ως προς την ανάλυση και την επαναστατική στόχευση, θεωρούμε τους αντάρτες του DHKP-C επαναστάτες που αντιμετωπίζουν, εκτός από την κατασταλτική μανία του τουρκικού κράτους και τη συνεργασία των ελληνικών διωκτικών αρχών με τις αντίστοιχες της Τουρκίας.

Στεκόμαστε δίπλα στους αγωνιστές από την Τουρκία, γνωρίζοντας ότι και αυτοί είναι δίπλα μας. Η αμετανόητη μαχητικότητα τους μας μιλάει στη διεθνή γλώσσα της εξέγερσης, της αξιοπρέπειας, της αλληλεγγύης.

Θεωρούμε τις παρακαταθήκες αγώνα που κουβαλούν πολύ σημαντικές. Έχοντας οι ίδιοι, ατομικά και συλλογικά παλέψει σε πολύ σκληρότερες συνθήκες από τις εδώ επικρατούσες, έχουμε πολλά να διδαχτούμε προετοιμαζόμενοι για τις μάχες που έρχονται.

Οι πολιτικές μας διαφωνίες δε μας επιτρέπουν μεν τη συνδιαμόρφωση σε μία ολοκληρωμένη κοινή πολιτική βάση, αλλά το γεγονός πως οι αντάρτες του DHKP-C αποτελούν μια μαχητική κοινότητα, εντός και εκτός των τειχών, μας προτρέπει να συντονίσουμε κοινούς αγώνες με όπλο την επαναστατική αλληλεγγύη.

ΔΙΚΤΥΟ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ